ΕιρΝίκαιας 23/2007 ΠΕΡΙΛΗΨΗ Διαταγή πληρωμής - Ανακοπή κατά διαταγή πληρωμής και  αναγκαστικής εκτέλεσης - Δικαστικά έξοδα - Επιταγή προς πληρωμή - Δικαίωμα παροχής έννομης προστασίας - Επικόλληση ενσήμων Ταμείου Προνοίας - Αντισυνταγματικότητα διατάξεων άρθρων 4 και 5 καταστατικού του Ταμείου Προνοίας Δικηγόρων Αθηνών - Αντισυνταγματικότητα διατάξεων άρθρων 4 και 5 Β.Δ. της 3/8-4-1937 - Αμοιβή δικηγόρου - Αρχή αναλογικότητας - Επίδοση διαταγής πληρωμής - Προθεσμία δίμηνη - Υποχρεώσεις δικαστικού επιμελητού - Ενστάσεις -

ΕιρΝίκαιας 23/2007


ΠΕΡΙΛΗΨΗ

Διαταγή πληρωμής - Ανακοπή κατά διαταγή πληρωμής και  αναγκαστικής εκτέλεσης - Δικαστικά έξοδα - Επιταγή προς πληρωμή - Δικαίωμα παροχής έννομης προστασίας - Επικόλληση ενσήμων Ταμείου Προνοίας - Αντισυνταγματικότητα διατάξεων άρθρων 4 και 5 καταστατικού του Ταμείου Προνοίας Δικηγόρων Αθηνών - Αντισυνταγματικότητα διατάξεων άρθρων 4 και 5 Β.Δ. της 3/8-4-1937 - Αμοιβή δικηγόρου - Αρχή αναλογικότητας - Επίδοση διαταγής πληρωμής - Προθεσμία δίμηνη - Υποχρεώσεις δικαστικού επιμελητού - Ενστάσεις -.


Ο λόγος ανακοπής ως προς τον χαρακτηρισμό του ύψους του ποσού για την έκδοσή της δικαστικών εξόδων ως μη νόμιμου και υπέρογκου, είναι απορριπτέος, πρωτίστως, ως αόριστος, αφού οι ανακόπτοντες, δεν εξειδικεύουν στο δικόγραφό της ποια ακριβώς από τα συναπαρτίζοντα το συνολικό ποσό των δικαστικών εξόδων επί μέρους κονδύλια θεωρούν αυτοί μη νόμιμα και υπέρογκα, αλλά και σε κάθε περίπτωση, απορριπτέος ως μη νόμιμος, στο βαθμό που ο Κώδικας περί Δικηγόρων καθορίζει μόνο τα ελάχιστα και όχι και τα ανώτατα όρια της αμοιβής των δικηγόρων. Τόσο οι διατάξεις των άρθρων 4 και 5 του καταστατικού του Ταμείου Προνοίας Δικηγόρων Αθηνών, όσο και οι αντίστοιχες των άρθρων 4 και 5, επίσης, του Β.Δ. της 3/8-4-1937, με το οποίο ιδρύθηκε το Ταμείο Προνοίας Δικηγόρων Πειραιά και με τις οποίες διατάξεις τίθεται ως κύρωση, για τη μη επικόλληση ή τη μη έγκυρη επικόλληση επί των εγγράφων ή των δικογράφων, των συντασσομένων από δικηγόρους μέλη των Ταμείων αυτών, το απαράδεκτο των συνταχθέντων εγγράφων ή δικογράφων και των επ' αυτών στηριζομένων δικαστικών ή εξώδικων πράξεων, είναι αντίθετες προς το άρθρο 20 § 1 του ισχύοντος Συντάγματος και κατά συνέπεια μη εφαρμοστέες, μη ασκώντας, ως εκ τούτου, την οποιαδήποτε επιρροή στο κύρος των παραπάνω εγγράφων ή δικογράφων και επομένως και στο κύρος της προσβαλλόμενης επιταγής προς πληρωμή. Και υπό το καθεστώς των ως άνω αντισυνταγματικών διατάξεων των άρθρων 4 και 5 του Β.Δ. της 3/8-4-1937, η πληρεξούσια δικηγόρος της καθ' ης ορθά επικόλλησε επί του σώματος της προσβαλλόμενης επιταγής προς πληρωμή το ειδικό ένσημο του Ταμείου Προνοίας Δικηγόρων Πειραιά και όχι εκείνο Ταμείου Προνοίας Δικηγόρων Αθηνών και μάλιστα ολόκληρο και χωρίς να έχει αφαιρέσει από αυτό το απόκομμά του, στο βαθμό που ο εκτελεστός τίτλος, στον οποίο αφορά η εν λόγω επιταγή, αποτελούσα άμεση συνέχεια τούτου, δηλαδή η ανακοπτόμενη, επίσης, διαταγή πληρωμής, έχει εκδοθεί από δικαστή του παρόντος δικαστηρίου, το οποίο ανήκει στην περιφέρεια του Πρωτοδικείου Πειραιά. Η αμοιβή που δικαιούται να λάβει ο δικηγόρος για την εκ μέρους του σύνταξη επιταγής προς πληρωμή, αφορώσας σε απόφαση ή εκτελεστό τίτλο του Ειρηνοδικείου, ανέρχεται, με την επιφύλαξη πάντοτε της διάταξης της παρ. 2 του άρθρου 127 του Ν.Δ. 3026/1954, στο ελάχιστο ποσό των 2800 δραχμών ή 8,22 ευρώ (20 μεταλλικές δραχμές Χ 140 μονάδες ο σχετικός συντελεστής = 2800 δραχμές, 340,75 δραχμές η ισοτιμία του ευρώ προς τη δραχμή = 8,22 ευρώ), ποσό για το οποίο και μόνο η συνταχθείσα επιταγή προς πληρωμή συνιστά εκτελεστό τίτλο, όσον αφορά την αμοιβή του συντάξαντος την τελευταία δικηγόρου, του δικαστηρίου, βέβαια, δυναμένου, στα πλαίσια της συζήτησης και της εξέτασης της ανακοπής του άρθρου 933 ΚΠολΔ, να επιδικάσει στο δικηγόρο αυτό υψηλότερη αμοιβή, εφ' όσον, όμως, κρίνει ότι στη συγκεκριμένη περίπτωση συντρέχουν οι όροι και οι προϋποθέσεις του άρθρου 98 του ως άνω Ν.Δ. και ιδίως εάν τούτο κρίνει ότι υπήρξε υψηλός ο βαθμός δυσκολίας σύνταξης της συγκεκριμένης επιταγής, λαμβανομένου πάντοτε υπόψη και του ύψους της οφειλής του καθ' ου η εκτέλεση. Εάν περισσότεροι ειςολόκληρον συνοφειλέτες επιτάσσονται, ο καθένας τους, με ιδιαίτερη επιταγή προς πληρωμή ή με την ίδια επιταγή, η οποία έχει κοινοποιηθεί στον καθένα από αυτούς σε αντίγραφο, οφείλεται από όλους μία και μόνο αμοιβή του συντάξαντος την εν λόγω επιταγή δικηγόρου για τη σύνταξη αυτής. Το τυχόν υπέρογκο και μη νόμιμο του κονδυλίου της επιταγής, που αφορά στην αμοιβή, για τη σύνταξή της, του συντάξαντος αυτή δικηγόρου, προβαλλόμενο με την ανακοπή του άρθρου 933 του ΚΠολΔ, επιφέρει, και στην προκειμένη περίπτωση, την ακυρότητα της προσβαλλόμενης επιταγής, μόνο ως προς το αντίστοιχο ελαττωματικό μέρος της διαδικαστικής αυτής πράξης και δεν πλήττει το κύρος της επιταγής στο σύνολό της, πλην, όμως, δεδομένης της ισχύος της γενικής αρχής «του περιεχομένου στο μείζον ελάσσονος» το αίτημα της προαναφερόμενης ανακοπής για (ολική) ακύρωση της προσβαλλόμενης επιταγής για τον πιο πάνω λόγο, δεν απορρίπτεται ως μη νόμιμο στο σύνολό του, αλλά μόνο κατά το μέρος του που πλήττει και τα νόμιμα και συνεπώς έγκυρα κεφάλαια και τμήματα της επιταγής, γενομένου δεκτού, ως νομίμου, κατά το υπόλοιπο μέρος αυτού. Δεδομένης της σχετικής ακυρότητας - με τελολογική ερμηνεία του άρθρου 630Α ΚΠολΔ, υπό το πρίσμα και την καθοδήγηση των κριτηρίων της συνταγματικής αρχής της αναλογικότητας - της μη εμπρόθεσμα επιδοθείσας διαταγής πληρωμής και του γεγονότος ότι η από τη διάταξη του άρθρου 630Α εδ. β' ΚΠολΔένσταση είναι, κατ' αναλογία προς την ένσταση της παραγραφής, γνήσια αυτοτελής ένσταση, αυτή δεν μπορεί και για το λόγο αυτό και σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 262 § 2 του ΚΠολΔ, να προταθεί από τον καθ' ου στρέφεται η διαταγή πληρωμής οφειλέτη, στον οποίο η τελευταία επιδόθηκε εμπρόθεσμα, έστω και αν η συγκεκριμένη διαταγή δεν έχει επιδοθεί ή δεν έχει επιδοθεί εμπρόθεσμα και στους υπολοίπους των καθ' ων αυτή στρέφεται. Με τις διατάξεις των εδ. γ' και δ' του άρθρου 630Α ΚΠολΔ επιβάλλεται στο μεν δικαστικό επιμελητή, που προβαίνει στην επίδοση της διαταγής πληρωμής, το καθήκον να καταθέσει στη γραμματεία του δικαστηρίου όπου υπηρετεί ο εκδόσας τη διαταγή δικαστής, αντίγραφο της έκθεσης επίδοσης αυτής και μάλιστα μέσα στη δίμηνη προθεσμία του εδ. α' του ίδιου ως άνω άρθρου, στη δε γραμματεία του εν λόγω δικαστηρίου η υποχρέωση να καταχωρίσει τη χρονολογία της επίδοσης στο οικείο βιβλίο δημοσιεύσεων, χωρίς η αθέτηση των προαναφερόμενων υποχρεώσεων να ασκεί επιρροή στο κύρος της εκδοθείσας διαταγής πληρωμής.
http://www.dsanet.gr/Epikairothta/Nomologia/eirn23_07.htm

Σχόλια