Η κατάθεση του παραβόλου εφέσεως του αρθρου 495 παρ.4 Κ.Πολ.Δ. μετά την άσκηση της εφέσεως και πριν από τη συζήτησή της δεν συνεπάγεται το απαράδεκτο αυτής

Απόφαση 341 / 2015   

Αριθμός 341/2015 
ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ




Α2' Πολιτικό Τμήμα 


ΣΥΓΚΡΟΤΗΘΗΚΕ από τους Δικαστές: Δήμητρα Παπαντωνοπούλου, Αντιπρόεδρο του Αρείου Πάγου, Χρυσόστομο Ευαγγέλου, Κωνσταντίνο Τσόλα, Ευφημία Λαμπροπούλου και Γεράσιμο Φουρλάνο, Αρεοπαγίτες. 
ΣΥΝΗΛΘΕ σε δημόσια συνεδρίαση στο κατάστημά του, στις 27 Οκτωβρίου 2014, με την παρουσία και της γραμματέως Αικατερίνης Σιταρά, για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ:



Των αναιρεσειόντων: 1) 1, 2) Α. (Ρ.) Τ. του Κ., κατοίκων ..., 3) Α. Τ. του Κ., συζύγου Π. Κ., κατοίκου ..., 4) Χ. Τ. του Κ., συζύγου Κ. Κ. και 5) Χ. Τ. του Κ., κατοίκων ..., οι οποίοι εκπροσωπήθηκαν από τον πληρεξούσιο δικηγόρο τους Απόστολο Φανό. 
Της αναιρεσίβλητης: Ζ. χήρας Κ. Τ., το γένος Α. Λ., κατοίκου ..., η οποία εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιο δικηγόρο της Γεώργιο Ηλιόκαυτο με δήλωση του άρθρου 242 παρ.2 Κ.Πολ.Δ.



Η ένδικη διαφορά άρχισε με την από 25-7-2008 αγωγή της ήδη αναιρεσίβλητης, την από 15-3-2010 ανακοίνωση δίκης του ήδη πρώτου αναιρεσείοντος, την από 22-3-2010 πρόσθετη παρέμβαση της Αθανασίας Τσίκλη και την από 24-3-2010 κύρια παρέμβαση των ήδη δευτέρας, τρίτης, τετάρτης και πέμπτου των αναιρεσειόντων, που κατατέθηκαν στο Πολυμελές Πρωτοδικείο Πατρών και συνεκδικάσθηκαν. Εκδόθηκαν οι αποφάσεις: 249/2012 του ίδιου Δικαστηρίου και 34/2014 του Τριμελούς Εφετείου Πατρών. Την αναίρεση των αποφάσεων αυτών ζητούν οι αναιρεσείοντες με την από 19-2-2014 αίτησή τους.


Κατά τη συζήτηση της αιτήσεως αυτής που εκφωνήθηκε από το πινάκιο, οι διάδικοι παραστάθηκαν όπως σημειώνεται πιο πάνω. Η εισηγήτρια Αρεοπαγίτης Ευφημία Λαμπροπούλου ανέγνωσε την από 16-10-2014 έκθεσή της, με την οποία εισηγήθηκε: α) την απόρριψη της υπό κρίση αιτήσεως αναιρέσεως όσον αφορά τη συμπροσβαλλόμενη 249/2012 απόφαση του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πατρών και β) την αναίρεση της προσβαλλόμενης 34/2014 αποφάσεως του Τριμελούς Εφετείου Πατρών κατά παραδοχή του μόνου λόγου αναιρέσεως. 
Ο πληρεξούσιος των αναιρεσειόντων ζήτησε την παραδοχή της αιτήσεως και την καταδίκη της αναιρεσίβλητης στη δικαστική δαπάνη. 



ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
Από το άρθρο 553 παρ.1 Κ.Πολ.Δ. προκύπτει ότι αν γίνει τυπικώς δεκτή η έφεση και απορριφθεί κατ' ουσίαν ή αν γίνει δεκτή κατ' ουσίαν και εξαφανισθεί η πρωτόδικη απόφαση, σε αναίρεση υπόκειται μόνο η εφετειακή απόφαση στην οποία ενσωματώνεται η πρωτόδικη, διότι με αυτήν περατώνεται οριστικά η δίκη. Αν όμως ασκηθεί έφεση για την εξαφάνιση πρωτόδικης αποφάσεως και η έφεση απορριφθεί για τυπικούς λόγους, τότε σε αναίρεση υπόκειται η εφετειακή απορριπτική απόφαση για το κεφάλαιό της το σχετικό με την απόρριψη, καθώς και η πρωτόδικη απόφαση ως προς την ουσία της υποθέσεως. Η αναίρεση, όπως όλα τα ένδικα μέσα, ασκείται με την κατάθεση του δικογράφου σε πρωτότυπο στη γραμματεία του εκδόντος την προσβαλλόμενη απόφαση δικαστηρίου, για την οποία συντάσσεται σχετική έκθεση (άρθρο 495 παρ.1 Κ.Πολ.Δ.). Αν με το ίδιο αναιρετήριο προσβάλλονται δύο ή περισσότερες αποφάσεις πρωτοβάθμιου και δευτεροβάθμιου δικαστηρίου, η κατάθεση γίνεται, κατά το άρθρο 566 παρ.2 Κ.Πολ.Δ., σε καθένα από τα δικαστήρια αυτά. Στην προκειμένη περίπτωση με την υπό κρίση αίτηση προσβάλλεται η 34/2014 απόφαση του Εφετείου Πατρών, με την οποία απορρίφθηκε για τυπικό λόγο (μη εμπρόθεσμη καταβολή παραβόλου) η έφεση των ήδη αναιρεσειόντων κατά της συμπροσβαλλόμενης 249/2012 αποφάσεως του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πατρών, αλλά και η τελευταία αυτή απόφαση (πρωτόδικη). Όμως η αίτηση κατατέθηκε μόνο στο δευτεροβάθμιο και όχι και στο πρωτοβάθμιο δικαστήριο, αφού μία μόνο πράξη καταθέσεως, η 9/21-2-2014 ενώπιον του Εφετείου Πατρών, υπάρχει κάτω από αυτήν.
Συνεπώς η αίτηση κατά το μέρος που στρέφεται κατά της συμπροσβαλλόμενης πρωτόδικης αποφάσεως πρέπει να απορριφθεί ως απαράδεκτη.
Από τις συνδυασμένες διατάξεις των άρθρων 495 παρ.4 Κ.Πολ.Δ. (η οποία προστέθηκε με το άρθρο 12 παρ.2 ν.4055/2012 και συμπληρώθηκε με το άρθρο 93 παρ.1 ν.4139/2013) και 532 του ίδιου κώδικα, προκύπτει ότι εκείνος που ασκεί το ένδικο μέσο της εφέσεως υποχρεούται να καταθέσει παράβολο ποσού διακοσίων ευρώ, το οποίο επισυνάπτεται στην έκθεση που συντάσσει ο γραμματέας, καθώς και ότι σε περίπτωση που δεν κατατεθεί το παράβολο, το ένδικο αυτό μέσο απορρίπτεται από το δικαστήριο και αυτεπαγγέλτως ως απαράδεκτο. Με βάση τ' ανωτέρω η κατάθεση του παραβόλου συνιστά τυπική προϋπόθεση του παραδεκτού της εφέσεως. Όμως εφόσον ορίζεται ότι το απαράδεκτο γεννάται "αν δεν κατατεθεί το παράβολο" και όχι αν αυτό δεν κατατεθεί εμπροθέσμως, η κατάθεση αυτού μετά την άσκηση της εφέσεως και πριν από τη συζήτησή της δεν συνεπάγεται το απαράδεκτο αυτής. Στην προκειμένη περίπτωση με την προσβαλλόμενη 34/2014 απόφαση του Εφετείου Πατρών απορρίφθηκε ως απαράδεκτη η έφεση των αναιρεσειόντων κατά της 249/2012 αποφάσεως του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πατρών, με την αιτιολογία ότι το παράβολο που προβλέπεται από τη διάταξη του άρθρου 495 παρ.4 Κ.Πολ.Δ. κατατέθηκε στις 4-7-2012, ήτοι μετά την άσκηση της εφέσεως στις 29-6-2012 και πριν από τη συζήτηση αυτής στις 11-4-2013. Έτσι κρίνοντας το εφετείο υπέπεσε στην πλημμέλεια της παρά το νόμο κηρύξεως απαραδέκτου αφού, σύμφωνα με όσα έχουν εκτεθεί στην αρχή αυτής της σκέψεως, το απαράδεκτο που προβλέπεται από το άρθρο 495 παρ.4 Κ.Πολ.Δ. γεννάται από τη μη κατάθεση του παραβόλου και όχι από τη μη εμπρόθεσμη κατάθεσή του.
Συνεπώς ο πρώτος λόγος αναιρέσεως από το άρθρο 559 αριθ.14 Κ.Πολ.Δ. είναι βάσιμος.
Επομένως πρέπει να αναιρεθεί η προσβαλλόμενη εφετειακή απόφαση και να παραπεμφθεί η υπόθεση στο ίδιο δικαστήριο, η σύνθεση του οποίου από άλλους δικαστές είναι δυνατή (άρθρο 580 παρ.3 Κ.Πολ.Δ.). Εξάλλου πρέπει να συμψηφισθεί στο σύνολό της η δικαστική δαπάνη των διαδίκων διότι οι δεύτερη, τρίτη, τετάρτη και πέμπτος των αναιρεσειόντων είναι συγγενείς της αναιρεσίβλητης πρώτου βαθμού εξ αίματος (τέκνα της) αλλά και διότι η ερμηνεία του κανόνα δικαίου που εφαρμόσθηκε ήταν ιδιαίτερα δυσχερής ενόψει της πρόσφατης σχετικά τροποποιήσεώς του (άρθρα 179 και 183 Κ.Πολ.Δ.). Τέλος πρέπει να διαταχθεί η απόδοση στους αναιρεσείοντες του παραβόλου ποσού 300 ευρώ που κατατέθηκε από αυτούς για την άσκηση της αιτήσεως (άρθρο 495 παρ.4 Κ.Πολ.Δ., όπως η παρ.4 προστέθηκε με το άρθρο 12 παρ.2 ν.4055/2012 και ισχύει, σύμφωνα με το άρθρο 113 του ίδιου νόμου, από 2-4-2012).


ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ 
Απορρρίπτει την από 19 Φεβουαρίου 2014 αίτηση των Κ. Κ., Α. Τ., Α. Τ., Χ. Τ. και Χ. Τ., κατά το μέρος που στρέφεται κατά της 249/2012 αποφάσεως του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πατρών.
Αναιρεί την 34/2014 απόφαση του Τριμελούς Εφετείου Πατρών.
Παραπέμπει την υπόθεση προς περαιτέρω εκδίκαση στο ίδιο δικαστήριο που θα συγκροτηθεί από άλλους δικαστές.
Συμψηφίζει στο σύνολό τους τα δικαστικά έξοδα μεταξύ των διαδίκων.
Διατάσσει την απόδοση στους αναιρεσείοντες του παραβόλου που κατατέθηκε για την άσκηση της αιτήσεως.
Κρίθηκε και αποφασίσθηκε στην Αθήνα στις 13 Ιανουαρίου 2015.
Δημοσιεύθηκε στην Αθήνα σε δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του στις 23 Μαρτίου 2015.
Η ΑΝΤΙΠΡΟΕΔΡΟΣ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ 

Η κατάθεση του παραβόλου εφέσεως του αρθρου 495 παρ.4 Κ.Πολ.Δ. μετά την άσκηση της εφέσεως και πριν από τη συζήτησή της δεν συνεπάγεται το απαράδεκτο αυτής

πηγή : areiospagos

Σχόλια