Αριθμός 205/2016
(Ειδικός Αριθμός 182/2016)
TO ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΠΛΗΜΜΕΛΕΙΟΔΙΚΩΝ ΠΑΤΡΩΝ
Συγκροτήθηκε από τους Δικαστές, Γεώργιο Αντωνιάδη, Πρόεδρο Πρωτοδικών, Ειρήνη Σίγουρου και Αμαλία Μάρκου Πλημμελειοδίκες.
Συνήλθε στο γραφείο του Προέδρου στις 7 Ιουλίου 2016, παρουσία και του Γραμματέως Κωνσταντίνου Χριστόπουλου, προκειμένου να αποφανθεί για την ποινική υπόθεση για την οποία η Αντεισαγγελέας Πρωτοδικών, Δήμητρα Καπελιαρή έχει υποβάλλει την υπ' αριθμόν IB 2016-142 πρόταση της, η οποία έχει ως εξής:
«Εισάγω, κατά τους ορισμούς των άρθρων 268§3 και 307 εδ. β' του ΚΠοινΔ την από 15-06-2016 αίτηση (εγχειρισθείσα στην Εισαγγελία Πρωτοδικών Πατρών την 21η-06-2016) της εταιρείας περιορισμένης ευθύνης με την επωνυμία «....», νομίμως εκπροσωπούμενη, που εδρεύει στο PAZARDTZIK Βουλγαρίας, περί άρσεως της επιβληθείσας κατασχέσεως στο με αριθμ. κυκλοφ. .... όχημα (τράκτορας-επικαθήμενο) ιδιοκτησίας της και εκθέτω τα ακόλουθα.
Κατά το άρθρο 268 παρ. 3 ΚΠοινΔ "σε κάθε περίπτωση το δικαστικό συμβούλιο ή το δικαστήριο μπορεί να διατάξει να αρθεί η κατάσχεση, αν δεν είναι πιθανό ότι από αυτόν το λόγο θα δημιουργηθούν δυσχέρειες στην εξακρίβωση της αλήθειας". Είναι φανερό ότι η διαδικασία αυτή εφαρμόζεται κατά το στάδιο της προδικασίας από το Συμβούλιο Πλημμελειοδικών, υπό την προϋπόθεση πάντοτε ότι δεν προβλέπεται από τις κείμενες διατάξεις η υποχρεωτική δήμευση των κατασχεθέντων. Στην τελευταία αυτήν περίπτωση, κατά την επικρατήσασα στην επιστήμη (Α. Μπουρόπουλου, ΕρμΚΠΔ, Β' έκδ., τόμ. Α' υπό το όρθρο 268 σημ. 4 και Ι. Ζησιάδη, Ποιν. Δικ., Γ' έκδ., τόμ. Β' σελ. 224, Μ.Μαργαρίτη ΕρμΚΠΔ εκδόσεις 2008, σελ. 517) και ακολουθηθείσα στη νομολογία (ΣυμβΠλημΘεσπρ 21/2008, Αρμ2009/421, ΣυμβΕφΘρ 78/2007 ΠοινΧρ2008/452, ΣυβΕφθεσ 650/2000 ΠοινΧρ 2001/733) άποψη, όταν με διάταξη νόμου προβλέπεται η δήμευση των κατασχεθέντων, το δικαστικό συμβούλιο δεν είναι αρμόδιο ν’ αποφασίσει για την άρση της κατασχέσεως, διότι η τελική κρίση για την τύχη των κατασχεθέντων ανατέθηκε αποκλειστικώς και μόνο στο Δικαστήριο, ενώ στην αντίθετη περίπτωση θα προκαταλαμβανόταν η απόφαση του αρμόδιου Δικαστηρίου και θα καθίστατο αδύνατη κατ' αποτέλεσμα η επιβολή της δημεύσεως. Τέτοια περίπτωση είναι και η προβλεπόμενη από τη διάταξη του άρθρου 30 παρ. 10 Ν. 4251/2014, σύμφωνα με την οποία «Περιουσία που αποτελεί προϊόν της εγκληματικής δραστηριότητας του παρόντος άρθρου, καθώς και των παραγράφων 5, 6 και 8 του άρθρου 29 του ν. 4251/2014 ή που αποκτήθηκε με οποιονδήποτε τρόπο από προϊόν τέτοιας εγκληματικής δραστηριότητας ή περιουσία που χρησιμοποιήθηκε, εν όλω ή εν μέρει, για την ως άνω εγκληματική δραστηριότητα κατάσχεται και, εφόσον δεν συντρέχει περίπτωση αποδόσεως της στον ιδιοκτήτη, κατά τα άρθρα 310 παράγραφος 2 και 373 ΚΠοινΔ, δημεύεται υποχρεωτικά με την καταδικαστική απόφαση. Η δήμευση επιβάλλεται ακόμη και αν η περιουσία ανήκει σε τρίτο, εφόσον αυτός τελούσε εν γνώσει της εγκληματικής δραστηριότητας κατά το χρόνο κτήσεως της περιουσίας. Σε περίπτωση που η περιουσία ή το προϊόν κατά το προηγούμενο εδάφιο υπερβαίνει τις τέσσερις χιλιάδες (4.000) ευρώ και δεν είναι δυνατόν vex κατασχεθεί, κατάσχονται και δημεύονται υπό τους όρους του προηγούμενου εδαφίου περιουσιακά στοιχεία ίσης αξίας προς εκείνη της προαναφερθείσας περιουσίας ή του προϊόντος». Συνεπώς, στην περίπτωση αυτή της κατασχέσεως μεταφορικού μέσου, το οποίο χρησιμοποιήθηκε για τη μεταφορά λαθρομεταναστών κατά παράβαση του Ν. 4251/20124 ως ισχύει, ο οποίος προβλέπει ρητά, κατά τα προεκτεθέντα, τη δήμευση από το δικαστήριο του αυτοκινήτου αυτού, σε περίπτωση καταδίκης του ανωτέρω προσώπου (ή ακόμη και χωρίς καταδίκη, υπό τη μορφή μέτρου ασφαλείας του άρθρου 76 παρ. 2 ΠΚ), το δικαστικό συμβούλιο στερείται δικαιοδοσίας για την άρση της κατασχέσεως αυτής, ανεξαρτήτως του αν ο κύριος του κατασχεθέντος ήταν αυτουργός ή δεν συμμετείχε στην τέλεση των πράξεων αυτών, αφού η τελική κρίση για την τύχη των κατασχεθέντων έχει ανατεθεί με την ειδική αυτή διάταξη του νόμου αποκλειστικά και μόνο στο δικαστήριο, η δε αίτηση περί άρσεως της κατασχέσεως, που υποβάλλεται στο. Συμβούλιο και διαρκούσης εισέτι της κυρίας ανακρίσεως (άρθρο 307 περ. β' ΚΠοινΔ) απορρίπτεται ως απαράδεκτη. Εξάλλου, κατά τη διάταξη του άρθρου 177 παρ. 14 Ν. 2960/2000, όπως η παράγραφος αυτή προστέθηκε με το άρθρο 41 παρ. 9 Ν. 3427/2005 [...], "από τη δημοσίευση του παρόντος στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως για τις περιπτώσεις που κατάσχονται μεταφορικά μέσα ως αντικείμενα λαθρεμπορίας ή ως μεταφορικά μέσα αντικειμένων λαθρεμπορίας, ναρκωτικών ουσιών, όπλων και εκρηκτικών, μεταφοράς λαθρομεταναστών, καθώς και αυτών που έχουν ανευρεθεί ή κατασχεθεί ως προϊόντα κλοπής, ο Ο.Δ.Δ. Υ. Α.Ε. και οι υπηρεσίες των Περιφερειών στις οποίες, σύμφωνα με την απόφαση 2/20010/0025/3.9.2002 (ΦΕΚ 1177 Β7 11.9.2002) του Υπουργείου Οικονομίας και Οικονομικών, έχουν εκχωρηθεί αρμοδιότητες του ορίζονται ως αποκλειστικοί μεσεγγυούχοι". Περαιτέρω, κατά το άρθρο 307 εδ. β' ΚΠοινΔ κατά τη διάρκεια της ανάκρισης το συμβούλιο των πλημμελειοδικών με πρόταση του εισαγγελέα ή ενός διαδίκου ή με αίτηση του ανακριτή αποφασίζει όταν πρόκειται να κανονιστεί στην προδικασία ένα δύσκολο ζήτημα, όπως η κατάσχεση κ.λπ. Κατά δε το άρθρο 266 παρ. 1 εδ. α του ίδιου Κώδικα τα πράγματα που κατασχέθηκαν παραδίδονται για φύλαξη στο γραμματέα του δικαστηρίου, εκτός αν δεν είναι δυνατή η φύλαξη από αυτόν, οπότε όποιος ενεργεί την ανάκριση διατάσσει να φυλαχθούν αλλού και διορίζει φύλακα ικανό και φερέγγυο. Περαιτέρω, σύμφωνα με το άρθρο 268 παρ. 3 ΚΠοινΔ, σε κάθε περίπτωση το δικαστικό συμβούλιο ή το δικαστήριο μπορεί να διατάξει να αρθεί η κατάσχεση αν δεν είναι πιθανόν ότι απ αυτό το λόγο θα δημιουργηθούν δυσχέρειες στην εξακρίβωση της αλήθειας. Το δικαστικό συμβούλιο έχει την εξουσία αυτή, σύμφωνα με το άρθρο 307 εδ. β' ΚΠοινΔ, κατά τη διάρκεια της ανάκρισης και κατά την κρατούσα άποψη καθ' όλο το στάδιο της προδικασίας και μέχρι την εισαγωγή της υπόθεσης στο ακροατήριο με κλήση ή κλητήριο θέσπισμα (ΕφΑΘ 2047/2002 ΠοινΔικ 2002/1241, ΣυμΠλημΑΘ 3788/2004 ΠοινΔικ 2004/1124, Γνωμοδότηση Μαγκάκη- Σπιννέλη, ΠοινΧρον ΛΑ'821,Μπουροπούλου, Ερμ. ΚΠοινΔ στο άρθρο 268, Συφναίου,Πανδέκτης του ισχύοντος ΚΠοινΔ, στο άρθρο 268, Ζησιάδης, Ποιν. Δικ., τόμ. Β' έκδ. 3,σελ. 224, Γνωμ. Αντεισ. ΕφΛαρ 2914/1958, Ποιν Χρον Ζ' σελ. 263,ΠλημΘεσ 276/1967, ΠοινΧρον 12, σελ. 372). Φύλακας μεσεγγυούχος μπορεί να διορισθεί και ο ίδιος ο κατηγορούμενος (Γνωμ. Αντεισ. ΑΠ 26/1952, ΠοινΧρον Β' σελ. 413. Ελ. και Τσουκαλά, ΕρμΠοινΔικ, Ε' 1947, σελ. 123,σημ. 24). Σε κάθε περίπτωση δε μπορεί να επιβληθεί σΧ αυτόν εγγύηση που παραδίδεται στο γραμματέα του πρωτοδικείου ή του ειρηνοδικείου της κατοικίας του (άρθρ. 266 παρ. 2 ΚΠοινΔ, Μαγκάκης-Σπινέλλης, όπ. παραπ.). Εξάλλου, το δικαστικό συμβούλιο κατά την άσκηση της διακριτικής του ευχέρειας πρέπει να λαμβάνει υπόψη και το χρονικό διάστημα κατά το οποίο πρόκειται να διαρκέσει η κατάσχεση, τη χρησιμότητα του κατασχεθέντος για τον ενδιαφερόμενο, την πιθανότητα φθοράς κατά το χρόνο που είναι κατασχεμένο αλλά και να διασφαλίζει τη διατήρηση του κατασχεμένου στη διάθεση της δικαστικής αρχής (βλ. ΣυμβΠλημΣερ 509/1996 Υπερ.1997 και ΣυμβΠλημΣερ 42/1992 και 50/1992 αδημ. σε νομ, περιοδικά).
Εν προκειμένω, από τα στοιχεία της με ΑΒΜ:... δικογραφίας, προκύπτουν τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά, που έχουν σχέση με τα οικεία εγειρόμενα αιτήματα: στην Πάτρα, στις 12-06-2016, ο ..., οδηγός του με αριθμό κυκλοφορίας ... οχήματος (τράκτορας-επικαθήμενο), ιδιοκτησίας της αιτούσας, με συνοδηγό τον ... δέχθηκε να επιβιβάσει στο ανωτέρω όχημα έξι αλλοδαπούς υπηκόους Αφγανιστάν, με σκοπό να τους μεταφέρει λάθρα στο Πρίντεζι της Ιταλίας, αφού θα επιβιβαζόταν στο πλοίο Ε/Γ-Ο/Γ «…», που θα απέπλεε την ανωτέρω ημεροχρονολογία και περί ώρα 17.00'. Στην πράξη του αυτή τον βοήθησε ο ως άνω συνοδηγός του οχήματος .... Οι ανωτέρω προσήχθησαν από όργανα του Κεντρικού Λιμεναρχείου Πατρών στην Εισαγγελία Πρωτοδικών Πατρών και ασκήθηκε ποινική δίωξη σε βάρος τους για: α) αποδοχή προς μεταφορά προσώπων τα οποία δεν είναι εφοδιασμένα με τα απαιτούμενα ταξιδιωτικά έγγραφα, συρροή, εκ κερδοσκοπίας για τον ανωτέρω οδηγό και β) άμεση συνεργεία στη υπό (α) πράξη για τον συνοδηγό (ήτοι για παράβαση των άρθρων: 1, 12, στ' 14, 16, 18 26 § 1α, 27, 46 § 1β' ΠΚ και 30 §§ 2, 1β' του Ν. 4251/2014) και παραγγέλθηκε κύρια ανάκριση, η οποία έχει περατωθεί, συνταχθείσας δε από τον Αρχ/στη του Λιμενικού Σώματος ... της από 12-06-2016 έκθεσης κατάσχεσης του με αριθμ. κύκλο.... οχήματος (τράκτορας-επικαθήμενο), ιδιοκτησίας της αιτούσας εταιρείας. Ενόψει των εκτεθέντων, σε σχέση με το αίτημα για άρση της κατασχέσεως-αποδόσεως του ως άνω οχήματος, πρόδηλο είναι ότι το Συμβούλιο Πλημμελειοδικών δεν είναι λειτουργικά αρμόδιο ν' αποφανθεί επ' αυτού, αφού στην κρισιολογούμενη περίπτωση η δήμευση του αντικειμένου μέσου τελέσεως της προδιαλαμβανόμενης πράξεως είναι υποχρεωτική εκ του νόμου και κατά συνέπεια η τελική κρίση περί της τύχης του ανήκει στο Δικαστήριο, ενώπιον του οποίου, κατά τα προλεχθέντα, θα εισαχθεί προς εκδίκαση η υπόθεση κατά του οδηγού του με αριθμ. κυκλοφ. .... οχήματος (τράκτορας-επικαθήμενο), .... του …
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
ΠΡΟΤΕΙΝΩ: Να απορριφθεί η από 15-06-2016 αίτηση της εταιρείας περιορισμένης ευθύνης με την επωνυμία «...», νομίμως εκπροσωπούμενη, που εδρεύει στο PAZARDTZIK Βουλγαρίας, περί άρσεως της επιβληθείσας κατασχέσεως στο με αριθμ. κυκλοφ. ... όχημα (τράκτορας -επικαθήμενο) ιδιοκτησίας της.
Πάτρα 7-7-2016
Η Εισαγγελέας Δήμητρα Καπελιαρή
Αντεισαγγελέας Πρωτοδικών.»
ΑΦΟΥ ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ
ΣΚΕΦΤΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
Σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 307 ΚΠΔ «Κατά τη διάρκεια της ανάκρισης το Συμβούλιο των Πλημμελειοδικών με πρόταση του εισαγγελέα ή ενός διαδίκου ή με αίτηση του ανακριτή αποφασίζει μεταξύ άλλων και «όταν πρόκειται να κανονιστεί στην προδικασία ένα δύσκολο ζήτημα, όπως η κατάσχεση κ.τ.λ.» (βλ β' περίπτωση). Περαιτέρω σύμφωνα με την διάταξη του άρθρου 268 παρ. 3 ΚΠΔ «Σε κάθε περίπτωση το δικαστικό συμβούλιο ή το δικαστήριο μπορεί να διατάξει να αρθεί η κατάσχεση, αν δεν είναι πιθανό ότι από αυτό το λόγο θα δημιουργηθούν δυσχέρειες στην εξακρίβωση της αλήθειας». Από τις ανωτέρω διατάξεις προκύπτει ότι ο νομοθέτης δεν όρισε με θετικό και δη αποκλειστικό τρόπο τις περιπτώσεις, υπό τις οποίες είναι δυνατή η άρση της κατασχέσεως των αντικειμένων, ούτε, όμως, και απέκλεισε την αρμοδιότητα του δικαστικού συμβουλίου στις περιπτώσεις αντικειμένου, για τα οποία προβλέπεται σε ειδικούς ποινικούς νόμους η υποχρεωτική δήμευση αυτών. Αντιθέτως, η απόλυτη στη διατύπωση της διάταξη του άρθρου 268 παρ. 3 («σε κάθε περίπτωση»), είναι ανεπίδεκτη διάφορης ερμηνείας και συνεπώς η δυνατότητα άρσης της κατάσχεσης απονέμεται ως εξουσία στο αρμόδιο δικαστικό όργανο σε όλες ανεξαιρέτως τις περιπτώσεις και δη υπό την μοναδική προϋπόθεση ότι δε θα δημιουργηθούν δυσχέρειες στην εξακρίβωση της αλήθειας (ΣυμβΔιαρΝαυτΠειρ 142/1996 Υπέρ 97. 372, Μαγκάκης - Σπινέλλης, Ιδιωτική Γνωμοδότηση ΠοινΧρ ΛΑ' 823). Τα ανωτέρω, άλλωστε,επιρρωνύονται και από τη διάταξη του άρθρου 373 ΚΠΔ, σύμφωνα με την οποία το δικαστήριο με την τελειωτική απόφαση του διατάσσει να αποδοθούν στον ιδιοκτήτη τα πράγματα που αφαιρέθηκαν «και δεν έγινε άρση της κατάσχεσης τους σύμφωνα με το άρθρο 268», όπερ λογικώς και νομικώς, όμως, προϋποθέτει τη δυνατότητα προηγούμενης άρσης της κατάσχεσης από το δικαστικό συμβούλιο. Περαιτέρω, από το συνδυασμό των διατάξεων των άρθρων 239 παρ. 2, 268 παρ.3, 280 και 373 ΚΠΔ προκύπτει ότι είναι δυνατή η κατάσχεση αντικειμένων που ανήκουν σε τρίτα πρόσωπα - αμέτοχα στην εκάστοτε αποδιδόμενη πράξη, υπό την προϋπόθεση ότι αυτή είναι αναγκαία για την εξακρίβωση της αλήθειας. Η αποδεικτική χρησιμότητα των αντικειμένων αυτών είναι ενδεχόμενο να οδηγήσει στην προσωρινή αποστέρηση του τρίτου προσώπου από το δικαίωμα στην ιδιοκτησία του. Στην περίπτωση, συνεπώς, κατά την οποία ένα αντικείμενο, το οποίο αποτέλεσε μέσο τέλεσης εγκλήματος, καταλαμβάνεται μεν στα χέρια του δράστη, ανήκει εντούτοις σε τρίτο πρόσωπο, τότε η κατάσχεση έχει ως σκοπό την εξακρίβωση της αλήθειας και την αποδεικτική εν γένει διευκόλυνση, ενώ στη συνέχεια δεν είναι δυνατή η επιβολή της παρεπόμενης ποινής της δήμευσης κατ' άρθρο 76 παρ. 1 ΚΠΔ, ει μη μόνον εφόσον αποδοθεί και στον ιδιοκτήτη ποινική ευθύνη και ιδίως για συμμετοχική δράση στο έγκλημα ή εφόσον το ίδιο το αντικείμενο είναι αυτό καθεαυτό επικίνδυνο για τη δημόσια τάξη και ασφάλεια, οπότε και η δήμευση δύναται να επιβληθεί κατ' άρθρο 76 παρ 2 ΠΚ ανεξαρτήτως της ποινικής ή μη ευθύνης του ιδιοκτήτη, καθόσον η κατά τη δεύτερη παράγραφο του ιδίου ως άνω άρθρο επιβαλλόμενη δήμευση αποτελεί κατά την αληθή νομική της φύση μέτρο ασφάλειας και όχι παρεπόμενη ποινή (βλ Μ. Μαργαρίτη, Ποινικός Κώδικας, Ερμηνεία - Εφαρμογή υπό το άρθρο 76). Αντιθέτως, η δήμευση του αντικειμένου που ανήκει σε τρίτο πρόσωπο ως παρεπόμενη ποινή δεν είναι κατ' αρχήν νοητή, στο μέτρο που ο ανωτέρω δε φέρει την ιδιότητα του κατηγορουμένου (βλ. Α. Χαραλαμπάκης, Η αρχή της αναλογίας κατά την επιβολή παρεπόμενων ποινών και ιδιαίτερα κατά την δήμευση Υπέρ 1991. 735 και Σ. Παύλου, Προβλήματα της δημεύσεως στους ειδικούς ποινικούς νόμους Υπέρ 91. 707 επ.). Με τη διάταξη της παρ. 11 του άρθρου 177 του Τελωνειακού Κώδικα, οι ρυθμίσεις των διατάξεων των παρ. 1 έως και 10 του άρθρου αυτού (177) ισχύουν αναλόγως και επί κατασχέσεως μεταφορικών μέσων, που χρησιμοποιούνται ως μεταφορικά μέσα λαθρομεταναστών. Σε όλες, συνεπώς, τις περιπτώσεις κατασχέσεως μεταφορικών μέσων, στα οποία περιλαμβάνονται και τα οχήματα, ως μεταφορικών μέσων λαθρεμπορευμάτων ή λαθρομεταναστών ή ναρκωτικών είτε ως προϊόντων κλοπής: α) το υπηρεσιακό όργανο που επέβαλε την κατάσχεση ή η υπηρεσία στην οποία υπηρετεί αυτό, παραδίδει τα κατασχεθέντα μαζί με αντίγραφο της εκθέσεως κατασχέσεως στην τελωνειακή αρχή, στης οποίας την περιφέρεια διαπράχθηκε η αξιόποινη πράξη της μεταφοράς λαθρομεταναστών και συντάσσεται σχετική έκθεση παραδόσεως και παραλαβής (παρ. 1), β) η τελωνειακή αρχή εντός δέκα ημερών από την αποστολή της εκθέσεως που αναφέρεται στην παρ. 2 (επαλήθευσης) στον αρμόδιο Εισαγγελέα, υποχρεούται να παραδώσει τα κατασχεθέντα στην πλησιέστερη υπηρεσία του ΟΔΔΥ για φύλαξη με δαπάνες και μέσα του τελευταίου μαζί με αντίγραφα της εκθέσεως κατασχέσεως, της εκθέσεως παραδόσεως και παραλαβής και της εκθέσεως επαληθεύσεως, ενώ συντάσσεται και σχετικό πρωτόκολλο παραδόσεως και παραλαβής, που αποστέλλεται από την Τελωνειακή αρχή στον αρμόδιο Εισαγγελέα και, εφόσον είναι δυνατόν, κοινοποιείται και στον καθ' ου η κατάσχεση (παρ. 3) και γ) ο ΟΔΔΥ αμέσως μόλις παραλάβει τα κατασχεθέντα συντάσσει με τη σύμπραξη τελωνειακού υπαλλήλου έκθεση κοστολογήσεως αυτών, για την αξία που έχουν στο εσωτερικό, στην οποία έκθεση αναφέρονται με κάθε λεπτομέρεια τα στοιχεία της ταυτότητας τους και η κατάσταση στην οποία βρίσκονται, και στέλνει αντίγραφο της εκθέσεως στην τελωνειακή αρχή και στον Εισαγγελέα (παρ. 4). Από τις διατάξεις αυτές προκύπτει ότι στην περίπτωση κατασχέσεως οχήματος, ως μεταφορικού μέσου λαθρεμπορευμάτων ή λαθρομεταναστών, το κατασχεθέν όχημα δεν παραδίδεται στον γραμματέα του δικαστηρίου κατ' άρθρο 266 παρ. 1 ΚΠΔ - πράξη εξ αντικειμένου δυσχερής - και δε διορίζεται φύλακας αυτού υπεύθυνος για την ασφαλή φύλαξη του, αλλά αυτή ανατίθεται εκ του νόμου στον ΟΔΔΥ, με συνέπεια να μην υπάρχει για τα αντικείμενα αυτά διακριτική ευχέρεια στα εμπλεκόμενα αρμόδια διωκτικά και δικαστικά όργανα για τον ορισμό ή την αντικατάσταση μεσεγγυούχου αυτών (έτσι και ΔιατΑνακρΧαλκίδας 10/1996 ό.α.). Άλλωστε, επειδή η άποψη αυτή περί του ΟΔΔΥ ως αποκλειστικού μεσεγγυούχου δεν ήταν ρητά διατυπωμένη στο νόμο, ο νομοθέτης με τη νέα διάταξη της παρ. 14 του άρθρου 177 του Τελωνειακού Κώδικα, η οποία προστέθηκε με την παρ. 9 του άρθρου 41 του Ν. 3427/2005 όρισε ότι «Από τη δημοσίευση του παρόντος στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως για τις περιπτώσεις που κατάσχονται μεταφορικά μέσα ως αντικείμενα λαθρεμπορίας ή ως μεταφορικά μέσα αντικειμένων λαθρεμπορίας, ναρκωτικών ουσιών, όπλων και εκρηκτικών, μεταφοράς λαθρομεταναστών, καθώς και αυτών που έχουν ανευρεθεί ή κατασχεθεί ως προϊόντα κλοπής, ο ΟΔΔΥ ΑΕ και οι υπηρεσίες των Περιφερειών, στις οποίες σύμφωνα με την απόφαση 2/20010/0025/3-9-2002 (ΦΕΚ 1177Β/11-9-2002) του Υπουργού Οικονομίας και Οικονομικών έχουν εκχωρηθεί αρμοδιότητες του, ορίζονται ως αποκλειστικοί μεσεγγυούχοι». Περαιτέρω, κατά τη διάταξη της παρ. 5 του άρθρου 177 του Τελωνειακού Κωδικός, το Συμβούλιο των Πλημμελειοδικών, εάν κατά την κρίση του συντρέχει η αναφερομένη στην παρ. 4 του άρθρου 160 του ιδίου Κωδικός περίπτωση μη δημεύσεως των κατασχεμένων, μπορεί, μετά από αίτηση του ιδιοκτήτη, να διατάξει με αμετάκλητη απόφαση του, την άρση, της κατασχέσεως και την απόδοση τους στον ιδιοκτήτη. Περίπτωση μη δημεύσεως των κατασχεμένων κατά την παρ. 4 του άρθρου 160 του Τελωνειακού Κωδικός, υπάρχει, μεταξύ άλλων, και όταν ο ιδιοκτήτης τους δε διώκεται ποινικά και «εν όψει του είδους, του τρόπου και των λοιπών περιστάσεων της συναλλαγής δεν μπορούσε να προβλέψει ότι ήταν μέσο ή αντικείμενο λαθρεμπορίας ή συναφούς με αυτή πράξης». Η διάταξη, βέβαια, αυτή αναφέρεται στον ιδιοκτήτη οχήματος που ήταν προϊόν ή μέσο λαθρεμπορίας, χωρίς να έχει τροποποιηθεί μετά την επέκταση εφαρμογής των διατάξεων του άρθρου 177 του Τελωνειακού Κώδικα και σε άλλες κατηγορίες οχημάτων (πχ χρησιμοποιηθέντων για μεταφορά λαθρομεταναστών), κατ ανάλογη, όμως, εφαρμογή της παρ. 5 της ως άνω δικονομικής διατάξεως (του άρθρου 177 του Τελωνειακού Κώδικα), θα πρέπει να γίνει δεκτό ότι για την με αμετάκλητο βούλευμα του Συμβουλίου Πλημμελειοδικών απόδοση κατασχεθέντος μεταφορικού μέσου λαθρομεταναστών, θα πρέπει να μη συντρέχει περίπτωση δημεύσεως αυτού κατά την αντίστοιχη ποινική διάταξη του νόμου 4241/2014. Σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 30 παρ. 10 του Ν. 4251/2014, άλλωστε, «Περιουσία που αποτελεί προϊόν της εγκληματικής δραστηριότητας του παρόντος άρθρου, καθώς και των παραγράφων 5, 6 και 8 του άρθρου 29 του Ν.4251/2014 ή που αποκτήθηκε με οποιονδήποτε τρόπο από προϊόν τέτοιας εγκληματικής δραστηριότητας ή περιουσία που χρησιμοποιήθηκε, εν όλω ή εν μέρει, για την ως άνω εγκληματική δραστηριότητα κατάσχεται και, εφόσον δε συντρέχει περίπτωση αποδόσεως της στον ιδιοκτήτη, κατά τα άρθρα 310 παράγραφος 2 και 373 ΚΠΔ, δημεύεται υποχρεωτικά με την καταδικαστική απόφαση. Η δήμευση επιβάλλεται ακόμη και αν η περιουσία ανήκει σε τρίτο, εφόσον αυτός τελούσε εν γνώσει της εγκληματικής δραστηριότητας κατά το χρόνο κτήσεως της περιουσίας. Σε περίπτωση που η περιουσία ή το προϊόν κατά το προηγούμενο εδάφιο υπερβαίνει τις τέσσερις χιλιάδες (4.000) ευρώ και δεν είναι δυνατόν να κατασχεθεί, κατάσχονται και δημεύονται υπό τους όρους του προηγούμενου εδαφίου περιουσιακά στοιχεία ίσης αξίας προς εκείνη της προαναφερθείσας περιουσίας ή του προϊόντος». Δεν απαιτείται, συνεπώς, κατά την ανωτέρω διάταξη η ποινική δίωξη του ιδιοκτήτη του οχήματος για τη συμμετοχή του με οποιαδήποτε μορφή στην τέλεση της αξιόποινης πράξης, αλλά αρκεί και η απλή γνώση της χρήσης του μεταφορικού μέσου για την παράνομη μεταφορά λαθρομεταναστών. Για να μπορεί, βέβαια, να αποδοθεί το κατασχεθέν μέσο μεταφοράς λαθρομεταναστών κατά τις ανωτέρω διατάξεις θα πρέπει να μην υφίστανται ενδείξεις τέτοιας γνώσης του ιδιοκτήτη, οι οποίες, βέβαια, θα υπάρχουν, όταν έχει ασκηθεί ποινική δίωξη εναντίον του και ιδίως όταν ο ιδιοκτήμων έχει παραπεμφθεί στο ακροατήριο του αρμόδιου Δικαστηρίου ή έχει κληθεί από τον ανακριτή ως κατηγορούμενος. Η δικαιοδοσία, μάλιστα, του Συμβουλίου για απόδοση του κατασχεθέντος υπάρχει μόνον, εάν η μεν υπόθεση δεν έχει ακόμη εισαχθεί στο ακροατήριο του αρμοδίου πρωτοβαθμίου Δικαστηρίου, το δε μεταφορικό μέσο δεν εκποιήθηκε, ούτε διατέθηκε από τον ΟΔΔΥ, κατά τις διατάξεις της παρ.7 του ιδίου άρθρου (άρθρο 177 παρ. 5 του ν. 2960/2001). Ένδειξη υπέρ της κατάφασης της αρμοδιότητας του Συμβουλίου και στην ανωτέρω περίπτωση είναι, μάλιστα, ότι το άρθρο 177 του Τελωνειακού Κώδικα την προβλέπει με ειδικό τρόπο και κατ' εξαίρεση στις περιπτώσεις των εγκλημάτων της λαθρεμπορίας, της μεταφοράς λαθρομεταναστών και της μεταφοράς ναρκωτικών, για τα οποία οι ποινικές διατάξεις προβλέπουν την παρεπόμενη ποινή της δημεύσεως. Δεν ευρίσκει, εξάλλου, επαρκή εξήγηση το πώς είναι δυνατόν στις ανωτέρω περιπτώσεις να εφαρμόζεται μόνον η επαχθής για τον ιδιοκτήτη διάταξη της παρ. 14 του άρθρου 177 με την οποία απαγορεύεται ο ορισμός άλλου μεσεγγυούχου πλην του ΟΔΔΥ, όχι, όμως, και οι λοιπές σχετικές διατάξεις του ιδίου νομοθετήματος. Ο υπαρκτός κίνδυνος το αρμόδιο Δικαστήριο να κρίνει ότι συντρέχει περίπτωση δήμευσης του μεταφορικού μέσου, παρότι αυτό έχει προηγουμένως αποδοθεί στον ιδιοκτήτη του, αντιμετωπίζεται με το δεύτερο εδάφιο της παρ. 5 του άρθρου 177 ΠΚ, κατά το οποίο: «Το Δικαστήριο, χωρίς δεσμεύεται από το βούλευμα, αποφασίζει με οριστική απόφαση του, ανάλογα με την περίπτωση, σύμφωνα με τα οριζόμενα στις παρ. 1 έως 3 και στο τελευταίο εδάφιο της παρ. 4 του άρθρου 160 του παρόντα Κωδικός», κατά δε την παρ. 2 του άρθρου 160: «Εάν, για οποιονδήποτε λόγο, ήθελε καταστεί αδύνατη η δήμευση των κατά το παρόν άρθρο αντικειμένων λαθρεμπορίας, επιβάλλεται στον ένοχο ποινή χρηματική ίση με την αξία CIF αυτών, επιπροσθέτως πάσης άλλης ποινής επιβαλλομένης κατά τον παρόντα Κώδικα». Επομένως, στην περίπτωση που το Συμβούλιο άρει την κατάσχεση του μεταφορικού μέσου και αποδώσει αυτό στο (μη διωκόμενο) ιδιοκτήτη του, κατόπιν δε το αρμόδιο για την εκδίκαση της υπόθεσης Τριμελές Εφετείο Κακουργημάτων κρίνει αναγκαία την επιβολή και της παρεπόμενης ποινής της δημεύσεως, αν η τελευταία είναι άνευ αντικειμένου, τότε δύναται αντί για τη δήμευση να επιβάλει χρηματική ποινή ίση με την αξία του κατασχεθέντος και αποδοθέντος μεταφορικού μέσου. Οι διατάξεις του άρθρου 177 του Τελωνειακού Κώδικα, εξάλλου, έχουν κατ' αρχάς μεν δικονομικό χαρακτήρα, μέτρο που ορίζουν τις ανακριτικές πράξεις, στις οποίες πρέπει να προβούν οι ανακριτικοί υπάλληλοι και τις εκθέσεις που πρέπει να συνταχθούν, οι οποίας είναι εκθέσεις κατά την έννοια του άρθρου 148 ΚΠΔ, ταυτόχρονα, όμως, και διοικητικό χαρακτήρα στο μέτρο, που με το εδ. γ' της παρ. 7 του άρθρου 177 του ιδίου ως άνω νόμου ορίζεται ότι ο Οργανισμός Διαχείρισης Δημόσιου Υλικού εάν, μετά την παρέλευση (3) τριών μηνών από την ημερομηνία κατάσχεσης, δεν έχει λάβει την πιο πάνω έγγραφη γνωστοποίηση ή ανακοίνωση, περί εκδόσεως απόφασης ή βουλεύματος που αίρει την κατάσχεση και διατάσσει την απόδοση, προβαίνει στην εκποίηση ή διάθεση των μέσων αυτών. Η μη απόφανση των αρμοδίων δικαιοδοτικών οργάνων για την τύχη της κατάσχεσης στις ανωτέρω περιπτώσεις, συνεπώς, οδηγεί στη μεταβίβαση της κυριότητας των μέσων αυτών μέσω εκποίησης, ήτοι στην εξ απόψεως συνταγματικότητας αμφίβολης εγκυρότητας ουσιαστική δήμευση τους, χωρίς να έχει προηγηθεί δικαστική απόφαση (πρβλ. άρθρο 17 του Συντάγματος). Πρέπει, άλλωστε, να ληφθεί υπόψη ότι ο a priori αποκλεισμός της δυνατότητας απόδοσης κατασχεθέντος οχήματος στο συχνά χρονοβόρο στάδιο της ανάκρισης είναι δυνατό να οδηγεί κατ' αποτέλεσμα σε τιμώρηση πολιτών, που καταφανώς δεν έχουν σχέση με τη διωκόμενη αξιόποινη πράξη. Τούτο ισχύει κατά μείζονα λόγο στην περίπτωση, που πρόκειται για επαγγελματικής χρήσης μεταφορικό μέσο, οπότε και η δυνατότητα επιδίκασης αποζημίωσης κατά την παρ. 8 του άρθρου 177 Τελωνειακού Κώδικα, ουδόλως αποκαθιστά την πραγματική ζημία, που υφίσταται ο πιθανώς αμέτοχος στη διάπραξη της αξιόποινης πράξης ιδιοκτήτης του μεταφορικού μέσου. Η αξίωση για την ανωτέρω γνώση αφορά, άλλωστε, προδήλως τον ίδιο τον ιδιοκτήτη και όχι τυχόν υπ' αυτού προστηθέντες, οι οποίοι λειτουργώντας εκτός του κύκλου των ανατεθειμένων σε αυτούς καθηκόντων προβαίνουν σε μεταφορά λαθρομεταναστών με χρήση του οχήματος του ιδιοκτήτη και χωρίς γνώση του τελευταίου, ή ακόμα και τρίτους μισθωτές του μεταφορικού μέσου, στους οποίους ο ιδιοκτήτης ως εκμισθωτής το έχει εκμισθώσει προσδοκώντας οικονομικό όφελος από την οικονομική αξιοποίηση του. Κρίσιμο, δηλαδή, παραμένει το στοιχείο της προσωπικής γνώσης του ιδιοκτήτη και όχι των ανωτέρω προσώπων, και δη ακόμα και αν με νομοθετική διάταξη προβλέπεται η αντικειμενική ευθύνη του ιδιοκτήτη σε επίπεδο αστικής ευθύνης, αφού το ζήτημα τούτο είναι προδήλως διάφορο της ποινικής ευθύνης, η οποία ουδέποτε, δύναται να είναι αντικειμενική ή να οδηγεί στην επιβολή επαχθών κυρώσεων ποινικού χαρακτήρα χωρίς την προσωπική εμπλοκή ή έστω γνώση, αυτού, σε βάρος του οποίοι επιβάλλονται οι κυρώσεις (βλ. αντί άλλων Συμβ. Πλημ/κων Πατρών 470/2012 αδημ και Συμβ. Πλημ/κων Ιωαννίνων 82/2011 δημ. στη «Νόμος»).
Στην προκειμένη περίπτωση, με την ως άνω εισαγγελική πρόταση, αρμοδίως καθ' ύλην και κατά τόπον και παραδεκτά εισάγεται ενώπιον του Συμβουλίου τούτου (άρθρα 32 παρ.1 - 4, 138 παρ-2-εδ β' και 268 παρ.3 ΚΠΔ σε συνδυασμό με άρθρα 160 παρ. 4 και 177 παρ. 5 και 11 του ν. 2960/2001) η από 15-06-2016 αίτηση της εταιρείας περιορισμένης ευθύνης με την επωνυμία «...», εδρεύουσας στο PAZARDTZIK Βουλγαρίας και εκπροσωπούμενης νομίμως, με την οποία (αίτηση) ζητεί, για τους αναφερόμενους σε αυτή λόγους να αρθεί η κατάσχεση του, κατασχεθέντος με την από 12-06-2016 έκθεση κατάσχεσης, υπ' αριθ. κυκλοφορίας ... οχήματος (τράκτορας -επικαθήμενο - ψυγείο), το οποίο ανήκει κατά τα εκτιθέμενα στην υπό κρίση αίτηση, στην ιδιοκτησία της και να αποδοθούν σ' αυτήν. Με αυτό το περιεχόμενο και αίτημα, η κρινόμενη αίτηση αρμοδίως και παραδεκτώς εισάγεται προς κρίση ενώπιον του παρόντος Συμβουλίου, δεδομένου ότι η υπόθεση βρίσκεται στο στάδιο κατά το οποίο εκκρεμεί η υποβολή της από τον Εισαγγελέα Πρωτοδικών στον Εισαγγελέα Εφετών, είναι δε νόμιμη, στηριζόμενη στις διατάξεις των άρθρων 268 παρ. 3 και 307 εδ. β του Κ.Π.Δ.. Επομένως, η υπό κρίση αίτηση πρέπει να εξεταστεί περαιτέρω ως προς την ουσιαστική της βασιμότητα.
Από το σύνολο του αποδεικτικού υλικού προέκυψαν τα ακόλουθα : στην Πάτρα, στις 12-06-2016, ο ..., οδηγός του υπ' αριθμόν κυκλοφορίας ... οχήματος (τράκτορας-επικαθήμενο - ψυγείο), ιδιοκτησίας της αιτούσας, με συνοδηγό τον ... δέχθηκε να επιβιβάσει στο ανωτέρω όχημα έξι αλλοδαπούς υπηκόους Αφγανιστάν, με σκοπό να τους μεταφέρει λάθρα στο Πρίντεζι της Ιταλίας, αφού θα επιβιβαζόταν στο πλοίο ν Ε/Γ - Ο/Γ «EYROFERRY EUROPA», που θα απέπλεε την ανωτέρω ημεροχρονολογία και περί ώρα 17:00. Στην πράξη του αυτή τον βοήθησε ο ως άνω συνοδηγός του οχήματος .... Οι ανωτέρω προσήχθησαν από όργανα του Κεντρικού Λιμεναρχείου Πατρών στην Εισαγγελία Πρωτοδικών Πατρών και ασκήθηκε ποινική δίωξη σε βάρος τους για: α) αποδοχή προς μεταφορά προσώπων τα οποία δεν είναι εφοδιασμένα με τα απαιτούμενα ταξιδιωτικά έγγραφα, κατά συρροή, εκ κερδοσκοπίας για τον ανωτέρω οδηγό και β) άμεση συνεργεία στην υπό στοιχείο (α) πράξη για τον συνοδηγό (ήτοι για παράβαση των άρθρων 1, 12, 13 στ' 14, 16, 18, 26 παρ. 1α, 27, 46 παρ. 1β Π.Κ. και 30 παρ. 2, 1β του Ν. 4251/2014) και παραγγέλθηκε η διενέργεια κυρίας ανάκρισης, η οποία έχει περατωθεί, συνταχθείσας δε της από 12-06-2016 έκθεσης κατάσχεσης του υπ' αριθμόν κυκλοφορίας ... οχήματος (τράκτορας - επικαθήμενο - ψυγείο), ιδιοκτησίας της αιτούσας εταιρείας. Η σχηματισθείσα σε βάρος των ανωτέρω οδηγού και συνοδηγού δικογραφία, βρίσκεται στην Εισαγγελία Πρωτοδικών Πατρών προκειμένου να υποβληθεί στον Εισαγγελέα Εφετών Πατρών. Από τα ίδια ως άνω αποδεικτικά μέσα προέκυψε ότι το ως άνω υπ' αριθμόν κυκλοφορίας .... όχημα (τράκτορας-επικαθήμενο- ψυγείο), ανήκει στην κυριότητα της αιτούσας εταιρείας. Σε βάρος του νομίμου εκπροσώπου της αιτούσας, δεν ασκήθηκε ποινική δίωξη, ούτε και προέκυψε γνώση του ή οποιαδήποτε συμμετοχή του στην μεταφορά προσώπων που δεν είναι εφοδιασμένα με τα απαιτούμενα ταξιδιωτικά έγγραφα. Ενόψει, δε, του γεγονότος ότι αφενός μεν δεν πρόκειται να προκύψουν αποδεικτικές δυσχέρειες στην εξακρίβωση της αλήθειας από την άρση της κατάσχεσης του ως άνω οχήματος, στο παρόν στάδιο, αφετέρου δε, η νομική και υλική δέσμευση του προκαλεί σημαντικές οικονομικές απώλειες στην αιτούσα (ιδιοκτήτρια) χωρίς αποχρώντα λόγο, η δε τυχόν εκποίηση του από τον ΟΔΔΥ παρά τη μη εμπλοκή της ανωτέρω στη διερευνώμενη αξιόποινη πράξη θα ισοδυναμούσε κατ' αποτέλεσμα με την εν τοις πράγμασι επιβολή δυσανάλογης οικονομικής κύρωσης σε βάρος προσώπου, η συμπεριφορά του οποίου δεν απάδει προς τις αξιολογήσεις του Ν.4251/2014, ενώ επίσης από αυτό (όχημα) δεν υφίσταται κίνδυνος για τη δημόσια τάξη, ώστε να καθίσταται ειδικός προς τούτο λόγος για τη μη απόδοση του, η υπό κρίση αίτηση, πρέπει να γίνει δεκτή και ως ουσία βάσιμη και να διαταχτεί η άρση της από 12-06-2016 κατάσχεσης του υπ' αριθμόν κυκλοφορίας .... οχήματος (τράκτορας - επικαθήμενο - ψυγείο), καθώς και η απόδοση του στην ιδιοκτήτρια.
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
ΔΕΧΕΤΑΙ την αίτηση.
ΔΙΑΤΑΣΣΕΙ την άρση της κατάσχεσης που έχει επιβληθεί με την από 12-06-2016 έκθεση κατάσχεσης των αρμόδιων υπαλλήλων του Κεντρικού Λιμεναρχείου Πατρών στο υπ' αριθμόν κυκλοφορίας ... οχήματος (τράκτορας - επικαθήμενο - ψυγείο), καθώς και την απόδοση του στην ιδιοκτήτρια αιτούσα.
Αποφασίστηκε στην Πάτρα στις 7 Ιουλίου 2016.
Εκδόθηκε στον ίδιο τόπο στις 19 Ιουλίου 2016.
Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ Ο ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ
πηγή : dsanet
Σχόλια
Δημοσίευση σχολίου